Editorial: Neogräzistik heute
15.11.2023
In einem Gastbeitrag in der griechischen Zeitung To Vima vom vergangenen August konnte Miltos Pechlivanos einige Gedanken über die Aufgaben und die Rolle der Neogräzistik außerhalb Griechenlands formulieren - über ihre Schwerpunkte in Forschung und Lehre, die Möglichkeiten interdisziplinärer Kooperationen und nicht zuletzt die Zukunft von Griechisch als Fremdsprache. Wir bieten Ihnen hier den Text in deutscher Übersetzung und im griechischen Original vom 20. August 2023 an.
Με το κείμενο, που ανατυπώνουμε εδώ σε γερμανική μετάφραση και στο ελληνικό πρωτότυπο, ο Μίλτος Πεχλιβάνος διατύπωσε στην εφημερίδα Το Βήμα (20 Αυγούστου 2023) ορισμένες σκέψεις για τον ρόλο και τις προτεραιότητες των Νεοελληνικών Σπουδών εκτός Ελλάδας.
Über die vielfältigen Aufgaben der Auslandsneogräzistik
Wie effektiv kann die neugriechische Literatur- und Kulturwissenschaft in Universitäten außerhalb Griechenlands sein – attraktiv für eine kritische Masse junger Menschen, die sich für ein Studium entscheiden, produktiv für verwandte oder weniger benachbarte Disziplinen, die mit ihr zusammenarbeiten, um gemeinsame Forschungsprobleme zu lösen, sichtbar für eine breitere Öffentlichkeit, die sich für ihren Gegenstand interessiert? Oder sogar funktional für die Studien innerhalb Griechenlands als privilegierter Gesprächspartner, z.B. beim Transfer von Forschungsinnovation an die griechische Universität, wie dies in der Fachgeschichte der Neogräzistik bisher systematisch geschehen ist? Es handelt sich um vielfältige Aufgaben, die jeweils thematische, methodische und institutionelle Initiativen implizieren, um das symbolische Kapital eines Faches, das sich international in einer prekären Lage befindet, so zu vermehren, dass wir von aussichtsreichen Zukunftsperspektiven sprechen können.
Die Schwerpunktsetzung in den notwendigen Zukunftsentwürfen hängt von der wohlüberlegten Adjustierung der Neogräzistik an die Erfordernisse des aktuellen Kontextes ab. So hat sich die Berliner Neogräzistik im letzten Jahrzehnt, als die griechische Finanzkrise zu einer akuten Krise der deutsch-griechischen Wahrnehmung führte, auf die Geschichte der deutsch-griechischen Beziehungen konzentriert, um die bilaterale Rezeption, den wissenschaftlichen und literarischen Transfer, die kulturelle Mobilität und ihre Vermittler*innen zu untersuchen. Mit der Anschubfinanzierung der Stavros Niarchos Stiftung wurde neben der Professur für Neogräzistik (Institut für Griechische und Lateinische Philologie) das Centrum Modernes Griechenland (cemog.fu-berlin.de) gegründet, das sich der Erforschung der historischen und zeitgenössischen deutsch-griechischen Verflechtungen widmet: mit dem ambitionierten Online-Nachschlagewerk Compendium der deutsch-griechischen Verflechtungen (comdeg.eu), aber auch mit der Bibliothek der Edition Romiosini (bibliothek.edition-romiosini.de), einem Publikationsprojekt an der Universität mit drei frei zugänglichen Online-Reihen: Belletristik, Sachliteratur und Fachliteratur, der griechenlandbezogene Publikationen und moderne griechische Literatur in deutscher Übersetzung fördert. Wir hoffen, dass wir mit diesen Initiativen einen Beitrag zur Begegnung einer kritischen Situation geleistet und mittelfristig, indem wir uns an ein breiteres Publikum und an unsere zukünftigen Studierenden wenden, jene „infrastrukturellen Werkzeuge“ geschaffen haben, die das Studium des modernen Griechenland mit den kulturellen Traditionen der deutschen Sprachgemeinschaft verbinden, in die die Berliner Neogräzistik eingebettet ist.
Ob diese Schwerpunktsetzung nicht zu einer Art ‚Monokultur‘, zu einer kontraproduktiven Verengung der Lehr- und Forschungsprioritäten führt, hängt von der Flexibilität der neugriechischen Literatur- und Kulturwissenschaft ab, sich auf den Dialog mit ihrem interdisziplinären Umfeld einzulassen und den Rahmen über das überkommene Prisma der diachronen Gräzistik hinaus zu erweitern. Eine multiperspektivische Konzeption der Neogräzistik bringt sie in Austausch sowohl mit der diachronen Gräzistik als auch mit der Komparatistik, der Geistes- und Kulturgeschichte, der Weltliteraturstudien sowie der Geschichte Südosteuropas und der Osmanistik/Türkeistudien. Die Freie Universität fördert diese Flexibilität programmatisch, insbesondere durch die institutionelle Unterstützung von Sonderforschungsbereichen und Exzellenzclustern, an denen die Berliner Neogräzistik beteiligt ist. Doktorand*innen- und Postdoc-Stellen an der Professur sind daher häufig in solche Strukturen eingebettet, so etwa im SFB 980 Episteme in Bewegung (sfb-episteme.de) mit einem neugriechischen Teilprojekt zur intellektuellen Profilierung der Mavrokordatos-Dynastie an der Wende zum 18. Jahrhundert innerhalb der osmanischen Eliten sowie im EXC 2020 zur Erforschung der Weltliteratur (temporal-communities.de) mit neugriechischen Beiträgen von den byzantinischen Gelehrten im italienischen Exil des 15. Jahrhunderts bis zum globalen Zirkulationsnetzwerk des Werkes von Nikos Kazantzakis im 20. Jahrhundert.
Ob diese interdisziplinären Erweiterungen nicht am Ende eines mit guten Absichten gepflasterten Weges in der institutionellen Absorption der Auslandsneogräzistik durch ihre vorwiegend englischsprachigen interdisziplinären Rahmen enden – ein Phänomen, das man aus den verschiedenen Spielformen der Area / Cultural Studies vor allem an den angelsächsischen Universitäten kennt –, hängt von der Aufgabe der Auslandsneogräzistik ab, gleichzeitig einen Knotenpunkt der griechischen Sprachphilologie zu bilden. Trotz der Tatsache, dass an den deutschen Universitäten immer noch versucht wird, Literatur- und Kulturgeschichte auf einer starken philologischen Basis zu verknüpfen, und trotz der Präsenz einer starken griechischen Diaspora in Deutschland oder der Entwicklung von digitalen Tools zur Unterstützung des Sprachunterrichts, muss die Auslandsneogräzistik durch Initiativen einer Politik zur Unterstützung des neugriechischen Sprachunterrichts untermauert werden. Hier gibt es keine ermutigenden Erfahrungen. Ein Beispiel aus jüngster Zeit ist die Streichung der einzigen Maßnahme zur Förderung des Neugriechischunterrichts in Berlin durch die frühere politische Führung des Athener Bildungsministeriums. In den letzten zwei Jahren wurde keine einzige Gymnasiallehrkraft an die Freie Universität Berlin abgeordnet, um Neugriechisch als Fremdsprache zu unterrichten, trotz der Pläne, unter der Schirmherrschaft der Hellenischen Botschaft einen „neugriechischen Sprachhub“ am Centrum Modernes Griechenland zu eröffnen, um die neugriechische Sprache in Deutschland zu verbreiten, neue Studierende für das Studium des Neugriechischen zu gewinnen und die in bilateralen Aktivitäten aktiven Bürger*innen zu unterstützen. Eine Perspektive, die in Zukunft zu berücksichtigen wäre.
Για τις πολλαπλές δεσμεύσεις των σπουδών του νέου ελληνισμού εκτός Ελλάδας
Πόσο αποτελεσματικές μπορεί να αποβούν σε ακαδημαϊκά περιβάλλοντα εκτός Ελλάδας οι σπουδές του νέου ελληνισμού – ελκυστικές για μια κρίσιμη μάζα νέων ανθρώπων που θα τις επιλέξουν προς φοίτηση, παραγωγικές για όμορους ή λιγότερο οικείους κλάδους που θα συνεργαστούν μαζί τους προς επίλυση κοινών ερευνητικών ζητουμένων, ορατές στην ευρύτερη δημόσια σφαίρα που θα ενδιαφερθεί για το αντικείμενό τους; Ή ακόμη, λειτουργικές για τις σπουδές εντός Ελλάδας ως προνομιακός συνομιλητής τους, λ.χ. κατά τη μετακένωση ερευνητικής καινοτομίας στο ελληνικό πανεπιστήμιο, όπως έχει συστηματικά συμβεί στην ιστορία των σπουδών μας, των φιλολογικών ή των ιστορικών; Πρόκειται για δεσμεύσεις πολλαπλές, που η καθεμιά τους συνεπάγεται θεματικές, μεθοδολογικές και θεσμικές πρωτοβουλίες, για να αυξηθεί το συμβολικό κεφάλαιο ενός γνωστικού αντικειμένου σε κρίσιμη επισφάλεια διεθνώς και να μπορεί να γίνεται λόγος για προοπτικές ευοίωνες.
Το πώς θα ιεραρχηθούν οι επιμέρους σχεδιασμοί είναι συνάρτηση της στοχαστικής προσαρμογής των σπουδών μας στις απαιτήσεις της εκάστοτε συγκυρίας. Για παράδειγμα, την τελευταία δεκαετία, όταν η ελληνική χρηματοπιστωτική κρίση οδήγησε σε μία οξύτατη κρίση των αμοιβαίων ελληνογερμανικών αναπαραστάσεων, οι νεοελληνικές σπουδές στη γερμανική πρωτεύουσα επέλεξαν να εστιάσουν στην ιστορία των ελληνογερμανικών σχέσεων, στην κατεύθυνση της μελέτης της διμερούς πρόσληψης, των επιστημονικών και λογοτεχνικών μεταφορών, της πολιτισμικής κινητικότητας και των διαμεσολαβητών της. Με αρχική χρηματοδότηση του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, πλάι στην Έδρα νεοελληνικών σπουδών ιδρύσαμε το Κέντρο Νέου Ελληνισμού (cemog.fu-berlin.de), που αποσκοπεί ακριβώς στη μελέτη των ελληνογερμανικών ιστορικών διασταυρώσεων: με το φιλόδοξο online έργο αναφοράς Επιτομή των ελληνογερμανικών διασταυρώσεων (comdeg.eu), αλλά και τη βιβλιοθήκη της Edition Romiosini (bibliothek.edition-romiosini.de), ενός εκδοτικού πανεπιστημιακού οίκου με τρεις online προσβάσιμες για ελεύθερη ανάγνωση, εκδοτικές σειρές: Λογοτεχνία, Πραγματογνωσία και Επιστήμη, που προωθούν την ελληνογνωσία και τη μεταφρασμένη στα γερμανικά νεοελληνική λογοτεχνία. Με τις πρωτοβουλίες αυτές ελπίζουμε πως έχουμε συμβάλει στα διακυβεύματα μιας κρίσιμης συγκυρίας και μεσοπρόθεσμα, απευθυνόμενοι στην ευρύτερη δημόσια σφαίρα αλλά και σε μελλοντικούς φοιτητές μας, στη δημιουργία εκείνων των «καλών εργαλείων», που διασυνδέουν τις σπουδές του νέου ελληνισμού με τις πολιτισμικές παραδόσεις της γλωσσικής κοινότητας στην οποία εντάσσεται το πανεπιστημιακό μας πρόγραμμα.
Το πώς οι ιεραρχήσεις αυτές δεν θα οδηγήσουν σε μιας μορφής «μονοκαλλιέργεια», σε ένα αντιπαραγωγικό στένεμα διδακτικών και ερευνητικών εστιάσεων, είναι συνάρτηση της ευελιξίας των σπουδών μας να συνομιλήσουν με το διεπιστημονικό τους περιβάλλον, πολλαπλασιάζοντας τις πλαισιώσεις πέραν του κληροδοτημένου πρίσματος των διαχρονικών ελληνικών σπουδών. Μια πολυπρισματική αντίληψη για τις νεοελληνικές σπουδές μάς δεσμεύει σε ανταλλαγές τόσο με τη διαχρονική «ελληνολογία» όσο και με τη συγκριτική φιλολογία, τη διανοητική και πολιτισμική ιστορία, τη μελέτη της παγκόσμιας λογοτεχνίας, αλλά και με την ιστορία της νοτιοανατολικής Ευρώπης και τις οθωμανικές/τουρκικές σπουδές. Το γερμανικό Πανεπιστήμιο ενισχύει προγραμματικά την ευελιξία αυτή, ιδίως με τη θεσμική δυνατότητα να συστήνονται «Ειδικά Ερευνητικά Τμήματα» ή και διεπιστημονικά Cluster Αριστείας, στα οποία έχουν επιδιώξει να συμμετέχουν οι νεοελληνικές σπουδές του Βερολίνου. Θέσεις υποψήφιων διδακτόρων και μεταδιδακτορικών ερευνητών της Έδρας βρίσκονται έτσι συχνά ενταγμένες σε τέτοιες δομές, λ.χ. στο Ειδικό Ερευνητικό Τμήμα Episteme in Bewegung (sfb-episteme.de), με το νεοελληνικό πρόγραμμα να αφορά τη διανοητική διαμόρφωση της δυναστείας των Μαυροκορδάτων στη στροφή του 18ου αιώνα εντός των οθωμανικών ελίτ, καθώς και στο Cluster Αριστείας για τη μελέτη της παγκόσμιας λογοτεχνίας (temporal-communities.de), με τις νεοελληνικές συμβολές να εκτείνονται από τους βυζαντινούς λόγιους στην Ιταλία του 15ου αιώνα έως τη διεθνή εκδοτική δικτύωση του έργου του Νίκου Καζαντζάκη.
Το πώς οι διεπιστημονικές διευρύνσεις αυτές δεν θα εκβάλουν, στο τέλος ενός δρόμου στρωμένου με καλές προθέσεις, στη θεσμική απορρόφηση των κληρονομημένων γνωστικών αντικειμένων της νεοελληνικής φιλολογίας εκτός Ελλάδας από τις κατά βάση αγγλόφωνες πλέον διεπιστημονικές πλαισιώσεις τους – φαινόμενο γνώριμο από τα ποικιλώνυμα area ή cultural studies του αγγλοσαξονικού, ιδίως, Πανεπιστημίου – είναι συνάρτηση της δέσμευσης των σπουδών μας εκτός Ελλάδας να αποτελούν συγχρόνως κόμβους ελληνομάθειας. Ακόμη κι αν στο γερμανικό πανεπιστήμιο η συγχώνευση λογοτεχνικής και πολιτισμικής ιστορίας επιχειρείται ακόμη πάνω σε ισχυρό φιλολογικό έδαφος, αλλά και παρά την παρουσία της ισχυρής ελληνικής διασποράς στη Γερμανία ή και την ανάπτυξη ψηφιακών εφαρμογών για την υποστήριξη της γλωσσικής διδασκαλίας, οι νεοελληνικές σπουδές εκτός Ελλάδας είναι αναγκαίο να υποστηριχθούν από πρωτοβουλίες μιας εθνικής πολιτικής ελληνογλωσσίας. Τα δείγματα γραφής δεν έχουν υπάρξει στο κεφάλαιο αυτό ενθαρρυντικά. Πρόσφατη είναι η ακύρωση του μοναδικού μέτρου ενίσχυσης των νεοελληνικών σπουδών στο Βερολίνο, από μεριάς της προηγούμενης πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας. Τα δύο τελευταία χρόνια δεν διατέθηκε εκπαιδευτικός της δευτεροβάθμιας για τη διδασκαλία της ελληνικής ως ξένης γλώσσας στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο, και μάλιστα παρά τον σχεδιασμό να λειτουργήσει στο Κέντρο Νέου Ελληνισμού «Εστία Ελληνομάθειας» υπό την αιγίδα της Ελληνικής Πρεσβείας, με σκοπό τη διάδοση της ελληνικής γλώσσας στη Γερμανία, την προσέλκυση νέων φοιτητριών και φοιτητών στις νεοελληνικές σπουδές, αλλά και την εκπαίδευση στην ελληνική γλώσσα πολιτών που δραστηριοποιούνται σε ελληνογερμανικές, κοινωνικές και οικονομικές δραστηριότητες. Μία ακόμη προοπτική που αγνοήθηκε.